Όταν η σιωπή “λέει” περισσότερα: Αναγνωρίζοντας τα σήματα που στέλνουν οι έφηβοι
Υπάρχουν φορές που ένας έφηβος δεν θα πει απολύτως τίποτα — ούτε για το πώς νιώθει, ούτε για το τι σκέφτεται. Και είναι ακριβώς αυτές οι στιγμές που οι γονείς νιώθουν ότι περπατούν στα τυφλά. Είναι, όμως, η σιωπή απουσία επικοινωνίας ή μήπως μια διαφορετική της μορφή;
Οι έφηβοι, σε μια προσπάθεια να χτίσουν την ανεξαρτησία τους, συχνά επιλέγουν να απομακρυνθούν, να κλείνονται στον εαυτό τους ή να εκφράζονται με τρόπο που για τους ενήλικες μοιάζει “απότομος” ή “αδιάφορος”. Όμως πίσω από τη σιωπή μπορεί να κρύβεται άγχος, εσωτερική πίεση ή συναισθηματική σύγχυση.
Όταν το "όλα καλά" δεν είναι αρκετό
Το “όλα καλά” που λένε οι έφηβοι συνήθως δεν λέγεται για να καθησυχάσει τους άλλους, αλλά τους ίδιους. Είναι μια ασπίδα, όχι πάντα από αδιαφορία, αλλά από ανασφάλεια ή και φόβο. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, η προσεκτική παρατήρηση — και όχι η συνεχής πίεση — μπορεί να αποκαλύψει πολλά.
Αλλαγές στον ύπνο, στη διάθεση, στις κοινωνικές συναναστροφές, ακόμα και στον τόνο της φωνής, είναι σήματα που “φωνάζουν” μέσα στη σιωπή.
Ο ρόλος του ειδικού
Κάπου εδώ, η παρουσία ενός ψυχολόγου για εφήβους μπορεί να κάνει τη διαφορά. Δεν είναι εκεί για να αντικαταστήσει τη φωνή του γονιού, αλλά για να βοηθήσει τον έφηβο να βρει τη δική του. Ο θεραπευτικός χώρος προσφέρει εκείνη την ασφάλεια που συχνά λείπει: μια ουδέτερη ζώνη, χωρίς πίεση, χωρίς κριτική, μόνο κατανόηση.
Ο ψυχολόγος για εφήβους έχει την εκπαίδευση και την εμπειρία να “διαβάσει” πίσω από τις λέξεις, να ενισχύσει την αυτοέκφραση του εφήβου και να του προσφέρει τα εργαλεία που χρειάζεται για να διαχειριστεί τα συναισθήματά του.
Σχέση εμπιστοσύνης
Το πιο ισχυρό “αντίδοτο” στη σιωπή δεν είναι τα πολλά λόγια, αλλά η σταθερή παρουσία. Όταν ο γονιός μπορεί να παραμείνει ήρεμος, χωρίς να πιέζει, χωρίς να πανικοβάλλεται, και ταυτόχρονα να δείχνει ότι είναι εκεί, ό,τι κι αν συμβαίνει, ο έφηβος αρχίζει να νιώθει ότι μπορεί, όταν είναι έτοιμος, να μιλήσει.
Η στήριξη από έναν ειδικό λειτουργεί συμπληρωματικά σε αυτή τη διαδικασία, χτίζοντας σταδιακά μια γέφυρα επικοινωνίας, πρώτα εσωτερική — του εφήβου με τον εαυτό του — και μετά εξωτερική — του εφήβου με τους άλλους.
Τελικά…
Δεν είναι απαραίτητο να μιλάμε συνεχώς για να είμαστε κοντά. Αρκεί να είμαστε διαθέσιμοι, ανοιχτοί και παρατηρητικοί. Και όταν νιώθουμε ότι κάτι δεν πάει καλά, δεν είναι αδυναμία να ζητήσουμε βοήθεια. Είναι φροντίδα. Και ίσως αυτό να είναι το σημαντικότερο μάθημα που μπορούμε να δώσουμε στους εφήβους μας.
Μιχάλης Πιλάβιος MA - Ψυχοθεραπεία Εφήβων